του ΒΟΛΦ ΜΠΙΡΜΑΝ
Ταξιαρχία επισκευαστών στη φάμπρικα που υποταχτικούς βγάζει
Οι φιλελεύθεροι γρασάρουν
την ανθρωποφάγα μηχανή με ξύγκι από μυαλό
Λαδώνουν την πόρτα προς το παρελθόν
μ΄ ονοιροφαντασίες για το μέλλον, καθημερνά
μπαλώνουν την κουρελιασμένη κοινωνία
Όμως τα βράδια ξαποσταίνουν
απ’ τη δουλειά ακούγοντας τα τραγούδια μου
Και στου ψεύτη το στόμα το ψωμί πέτρα δε γίνεται
Ξύδι δε γίνεται το κρασί στων υποκριτών τις κούπες
Με τη σουφρωμένη μύτη τους τη μεθυσμένη
Κάτω απ’ τα βρώμικα φορέματα της Επανάστασης
Με τα μεγάλα λόγια
κάτω απ’ την κουβερτίτσα τους
Με το μαλακό μυαλό τους, το σκουλικιασμένο
και ξεπεσμένο: οι φιλελεύθεροι, πεσμένα φρούτα
της ιστορίας:αναμασάνε τις κραυγές μου
ψιλοσφυρίζουν τον καημό μου
γελοιοποιούν τον καημό μου
Τι να κάνω, σύντροφοι ; Να πιάσω
πέτρες; Ξύδι
να φτιάξω ; Να